Τρίτη 23 Ιουνίου 2009

Ημέρα 3η


Προσπαθώ πολύ ώρα να κοιμηθώ, όμως τρόμαξα πολύ. Αυτός ο εφιάλτης στοιχειώνει τα όνειρά μου από μικρό παιδί, από τότε που πρωτοαντίκρισα αυτό το νεκροταφείο. Και απόψε πάλι κοιμάμαι εδώ, δίπλα τους, όπως κάθε χρόνο την τελευταία νύχτα της μετανάστευσης. Ο θείος μου κοιμάται ακριβώς δίπλα μου αλλά απόψε ούτε αυτό με ηρεμεί. Σ' αυτήν την θέση κοιμόμασταν πριν μερικά χρόνια όταν μου εξιστόρησε για πρώτη φορά τις ιστορίες για τον χαμένο κόσμο. Πάλι είχα ξυπνήσει τότε από την εφιαλτική εικόνα των τεράστιων φτερών χωμένων μέσα στο χώμα. Τότε ήταν που μου είπε πως οι άνθρωποι παλιά μετανάστευαν όχι με τα πόδια αλλά με τεράστια πουλιά που σκίζαν τον αέρα και ότι εδώ ήταν το νεκροταφείο τους. Πως είναι δυνατόν; Νεκρά πουλιά φτιαγμένα από ανθρώπους να πετούν μόνα τους και να μην πέφτουν; Τα φαντάζομαι ζωντανά και ανατριχιάζω από το φόβο. Τα φαντάζομαι να περπατούν δίπλα μου. Ευτυχώς στα όνειρά μου είναι σιωπηλά και θαμμένα στην γη. Αλλά πάλι φοβάμαι. Αν όμως ο θείος και οι φίλοι του λεν αλήθεια, θα ήθελα πολύ να ανέβω σε ένα τέτοιο πουλί. Είναι πολύ περίεργο. Από τη μία τα φοβάμαι όσο τίποτα στον κάμπο και από την άλλη αισθάνομαι την ίδια στιγμή να βρίσκομαι πάνω τους και να βλέπω όλον τον κάμπο από κάτω μου και μέσα σε αυτόν πεταμένα ότι άφησαν οι άνθρωποι που ζούσαν εδώ.
Αύριο το μεσημέρι θα έχουμε φτάσει. Είμαστε πολύ κοντά. Ελπίζω μια μέρα που θα έχω απαντήσει στον εαυτό μου όλες τις ερωτήσεις, τις οποίες εγώ ο ίδιος θέτω, να πάψω να φοβάμαι. Και όταν θα έχω συγκεντρώσει όλη την γνώση του χαμένου κόσμου, το πρώτο πράγμα που θα προσπαθήσω να ξαναχτίσω θα είναι αυτά τα πουλιά. Ως τότε θα είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι από τους εφιάλτες μου.

Άγγελος, 2508


Δεν υπάρχουν σχόλια: