Τρεις μέρες μόνο δουλείες και τίποτε άλλο. Δουλειές, δουλειές, δουλείες και καθόλου χρόνος για εξερεύνηση. Σήμερα όμως θα βγω Είπα στη μάνα μου πως θα πάω στο ποτάμι μόλις τελειώσουν οι δουλειές. Δυο μέρες μαλώναμε στο σπίτι. Τελικά με άφησαν. Κατευθύνθηκα προς το ποτάμι. Λίγο πριν φτάσω άλλαξα πορεία και άρχισα να κατεβαίνω προς τη θάλασσα. Μετά από λίγη ώρα είδα κάτι περίεργες γραμμές βυθισμένες στο χώμα, αλλού να σβήνουν και αλλού να φανερώνονται. Άρχισα να τις ακολουθώ. Σιγά σιγά ξέχασα την θάλασσα και με συνεπήρε το παιχνίδι που είχα πλάσει στο μυαλό μου. Τι είδους κατασκευή είναι αυτή; Που να με οδηγούσε; Ποιος είχε τη δύναμη να καβαλήσει αυτά τα τεράστια αντικείμενα; Ο θείος να 'ξερε; Μπορεί ο σκοπός που φτιάχτηκαν να ήταν κακός, εμένα όμως μου γαλήνευε την ψυχή το ταξίδι πάνω τους. Χωρίς να το καταλάβω έφτασα πολύ κοντά στη θάλασσα. Λίγα μέτρα πιο πέρα ξεκινούσαν τα τεράστια κουτιά. Συνειδητοποίησα ότι είχε περάσει η ώρα. Έπρεπε να γυρίσω. Η έλξη που μου ασκούσαν μοναδική, αλλά έπρεπε να γυρίσω. Πόσα πράγματα έχει αυτός ο κόσμος για να δεις; Και εμείς είμαστε κλεισμένοι για μέρες σε αυτό το "εργοστάσιο". Υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως θα έπειθα το θείο και σύντομα θα επέστρεφα εδώ μαζί του.
Άγγελος, 2508
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου